Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Smokin' Ace - With Honour On Fire Confused


Από την Μόσχα της Ρωσίας προέρχονται οι Smokin' Ace, οι οποίοι δημιουργήθηκαν το 2006 κι απαρτίζονται από τον Alexey στο μπάσο, αλλά και τα φωνητικά, τον Boris στην κιθάρα και τον Andrey στα ντραμς. Τούτο το δυναμικό μουσικό τρίο κυκλοφόρησε φέτος την δεύτερη δουλειά του, μα πρώτη με full length μορφή, υπό τον τίτλο: With Honour On Fire Confused, η οποία διατίθεται προς download από τη σελίδα τους στο bandcamp, σε αντίτιμο της προτίμησης μας.

Τούτος ο εκρηκτικός δίσκος, αποτελείται από 8 κομμάτια συνολικής διάρκειας 30 λεπτών, ενώ συνοδεύεται από το εξαιρετικό artwork της Eugeniya Altinova, το οποίο ταιριάζει απόλυτα στο παλιομοδίτικο μουσικό του περιεχόμενο, που αποτελεί χορταστικό κράμα blues ηχοχρωμάτων και stoner ηχοτοπίων. Η παραγωγή του With Honour On Fire Confused έγινε από την ομάδα της Dark Prod κι αποτελεί σημαντικό του σύμμαχο στην ανάπτυξη της ηχητικής του δυναμικής.

Ισχνά riffs σε παιχνιδιάρικο stoner μοτίβο ξεπηδούν από την ατίθαση κιθάρα των Smokin' Ace και γεμίζουν με σκανταλιάρικη διάθεση τον ήχο του, ενώ η αναιμική τους υπόσταση δεν αποτελεί τροχοπέδη για το αρκούντως heavy εκτόπισμα του, που στολίζεται με 70's rock πινελιές από τα σαλεμένα της solos. Το μεστό μπάσο στάζει ηχητικό τσαγανό και διανθίζει με fuzz τις συνθέσεις του With Honour On Fire Confused, που βρίθουν groove εξαιτίας των δυναμικών του ντραμς.

Πολύ ταιριαστά με το τελικό ηχητικό σύνολο είναι και τα φωνητικά των Smokin' Ace, τα οποία άλλοτε ξεχειλίζουν γρέζι κι άλλοτε ερμηνεύουν μελωδικά τους στίχους τους, πάντοτε όμως είναι σε πλήρη αρμονία με την retro, μα ευωδιάζουσα φρεσκάδα μουσική ατμόσφαιρα τους, ενώ τα blues στοιχεία τους, που κυριαρχούν στο With Honour On Fire Confused, απογειώνονται από τα διακριτικά stoner στοιχεία τους, που λιώνουν σαν ηχητικό γλύκισμα μέσα στις συνθέσεις του.

Δεν ξέρω για ποιόν λόγο προχωρούν τόσο αργά δισκογραφικά οι Smokin' Ace, αλλά γνωρίζω στα σίγουρα ότι το παρθενικό ολοκληρωμένο τους άλμπουμ αποτελεί ένα εξαιρετικό άκουσμα για τους λάτρεις του heavy rock ήχου, μιας και η blues υφή των συνθέσεων του, που στολίζεται δεξιοτεχνικά από εμπνευσμένες stoner πινελιές, καθιστά εξόχως απολαυστικό το περιπετειώδες With Honour On Fire Confused. Αν ψάχνετε για λίγη αρμονική αδρεναλίνη, επενδύστε άφοβα.

Smokin' Ace: Bandcamp / Facebook


Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Marblewood


Οι Ελβετοί Marblewood αποτελούν μια εξόχως ταλαντούχα νέα μπάντα στον rock ήχο, καθώς δεν έχουν κλείσει ακόμη έναν χρόνο ζωής, μέσα στον οποίο όμως πρόλαβαν να κυκλοφορήσουν τον ντεμπούτο κι ομώνυμο δίσκο τους, που αποτελείται από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας 70 λεπτών. Το εν λόγω άλμπουμ ξεχωρίζει για το επιβλητικό του artwork και για την αναλογική κι αψεγάδιαστη παραγωγή του, που εντείνει τη μεθυστική vintage αύρα του οργανικού του ήχου.

Η μουσική παρέα του Marc σε κιθάρα και φωνή, της Ariane στο μπάσο και του David στα ντραμς, μας προσφέρει μέσα από το παρθενικό της πόνημα ένα ιδιαιτέρως χορταστικό κράμα κλασσικού rock και desert ψυχεδέλειας, το οποίο διανθίζει επιτυχώς με την πολύτιμη βοήθεια της Sarah στην φωνή, του Michael στο όργανο και του Sandro στην ινδική άρπα dilruba, με έντονα blues ηχοχρώματα κι ανατολίτικες πινελιές, που καθιστούν το Marblewood σχεδόν καθηλωτικό.

Τα riffs της κιθάρας κινούνται σε retro ύφος με αιχμηρές blues διαστάσεις και γλυκιά desert υφή, που κολακεύει τα άκρως ψυχεδελικά leads και solos της, τα οποία κλέβουν την παράσταση στο Marblewood με την διάχυτη αίσθηση αυτοσχεδιασμού της κάθε μιας νότας τους, ενώ ο μεστός ήχος του μπάσου, που δένει τις συνθέσεις του με το υπόκωφο fuzz του, δημιουργεί ένα σφιχτό rythm section με τα περιπετειώδη ντραμς, που του προσδίδουν ethnic αύρα με το groove τους.

Ο παλιακός rock χαρακτήρας και των ανδρικών και των γυναικείων φωνητικών, έρχεται σε πλήρη αρμονία με τις συναρπαστικές νότες του οργάνου, οι οποίες εντείνουν την μυστηριώδη 70's αίσθηση του Marblewood, ενώ το εξωτικό dilruba προσφέρει κολακευτικές για το τελικό ηχητικό σύνολο ethnic μελωδίες ανατολικής ομορφιάς σε αυτό, χαρίζοντας έτσι στις δαιδαλώδεις συνθέσεις του, μια ανεπαίσθητη progressive χροιά, που απογειώνει το heavy υπόβαθρο τους.

Το γαλήνιο rock μοτίβο τούτης της μπάντας από τη Ζυρίχη παρασύρεται συχνά πυκνά σε heavy και ψυχεδελικά vintage ξεσπάσματα κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα ανάγλυφα blues ηχοτοπία της να συγχωνεύονται με τις ανατολίτικες πινελιές της και να δημιουργούν ένα μαγευτικό desert μοτίβο με αχνά prog ψήγματα κι έντονο retro άρωμα, όμοιο του οποίου έχει να υπάρξει από την χρυσή εποχή του κλασικού rock ήχου, τότε που έμπνευση κι αυθορμητισμός, κυριαρχούσαν.

Εν ολίγοις, εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα υπερβολικά όμορφο άκουσμα, το οποίο καλό θα ήταν να γνωρίζετε ότι οι ίδιοι οι εξόχως ταλαντούχοι δημιουργοί του, το προσφέρουν προς download εντελώς δωρεάν. Νομίζω, πως ο μουσικός πλούτος του υποφαινόμενου δίσκου αδικείται από τα πολλά λόγια, οπότε εάν σας αρέσουν τα heavy ακούσματα κι έχετε αδυναμία στους rock ήχους αλλοτινών ηχητικών εποχών, είμαι βέβαιος, πως οι Marblewood θα σας μαγέψουν. Υπόκλιση.

Marblewood: Bandcamp / Official Website
 

Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Sisilisko - Waldeinsamkeit


Οι άκρως ελπιδοφόροι Sisilisko σχηματίστηκαν μόλις πέρσι στην Σουηδία από δυο εξόχως ταλαντούχους μουσικούς, που αποτελούν και τον βασικό τους πυρήνα και πιο συγκεκριμένα από τους Albin Boman και Peter Engqvist, που μοιράζονται τα φωνητικά και τις κιθάρες. Ένα single 2 κομματιών προηγήθηκε της φετινής τους κυκλοφορίας, που φέρει τον τίτλο: Waldeinsamkeit κι έχει την μορφή ep, μιας και περιέχει μόλις 4 κομμάτια συνολικής διάρκειας 23 λεπτών.

Το εν λόγω ep, το οποίο πλαισιώνεται από το εξαιρετικό artwork της Veronica Blom, μας δίνει μια δυνατή γεύση του σκοτεινού ήχου των Sisilikso, οι οποίοι συνδυάζουν άψογα πλάθοντας ανατριχίλες, τα μπόλικα doom ηχοτοπία τους, με τα απόκοσμα folk rock ηχοχρώματα τους, ενώ άξιο αναφοράς είναι το γεγονός, πως στο αψεγάδιαστο Waldeinsamkeit συμμετέχουν και οι Jakob Enlund στα ντραμς, Erik Toresson στο μπάσο και στα φωνητικά η Emma Boman.

Ο καθαρός ήχος του Waldeinsamkeit οφείλεται στην αλάνθαστη δουλειά στον τομέα της παραγωγής του Martin Nilsson, ο οποίος πέτυχε να αναδείξει τον έμφυτο δυναμισμό των συνθέσεων των πολλά υποσχόμενων, Sisilisko, η παθιασμένη απόδοση των οποίων έρχεται σε πλήρη αρμονία με την ενέργεια από τους guest μουσικούς και απόρροια αυτής της συνεργασίας είναι ένα ep ιδιαιτέρως σκοτεινό κι αρκούντως heavy, που σαγηνεύει σε κάθε του άκουσμα.

Η ακουστική κιθάρα δημιουργεί απόμακρες και ψυχρές folk rock μελωδίες, που έρχονται σε πλήρη αντιδιαστολή με την θέρμη της ηλεκτρικής κιθάρας και του μεστού μπάσου, υφαίνοντας έτσι μια αίσθηση υποχθόνιας μελαγχολίας, που απογειώνει την θεατρικότητα των ανάγλυφων φωνητικών, ενώ τα λιτά ντραμς του Waldeinsamkeit, προσφέρουν στις αγέρωχες συνθέσεις των Sisilisko μια αίσθηση doom απελπισίας, την οποία εντείνουν με το άπλετο groove τους.

Τα γλυκόπικρα συναισθήματα της απόγνωσης και της νοσταλγίας κυριαρχούν στα κομμάτια των Sisilisko, τα οποία διανθίζουν το Waldeinsamkeit με μια μεθυστική αίσθηση μελαγχολίας, που μαγεύει τις αισθήσεις, ενώ η υφέρπουσα ηχητική απελπισία τους, καθιστά εθιστικό και συνάμα σχεδόν αβάσταχτο το τελικό ηχητικό σύνολο, η απαράμιλλη ομορφιά του οποίου, αναδεικνύει την γαλήνια συνύπαρξη των ισχυρών doom κι έντονων folk ηχοχρωμάτων τους. Ακαταμάχητο.

Sisilisko: Bandcamp / Facebook


Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Spectral Tower


Το 2013 κάπου στην Καλιφόρνια σχηματίστηκαν οι Spectral Tower από τον Dane Adair σε κιθάρες και φωνή και τον Jeff Lurie σε ντραμς και φωνή, οι οποίοι είχαν συνεργαστεί αρκετά χρόνια πριν σε διάφορα σχολικά και φοιτητικά μουσικά projects. Το νέο τους δημιούργημα κυκλοφόρησε στις αρχές του τρέχοντος έτους την παρθενική κι ομώνυμη δουλειά του, που διατίθεται για download μες από την σελίδα τους στο bandcamp, σε όποια τιμή εμείς ορίσουμε.

Ο εν λόγω δίσκος, που πλαισιώνεται από ένα λεπτομερές και πανέμορφο artwork, αποτελείται από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 31 λεπτών, τα οποία μας παρουσιάζουν ένα απολαυστικό μείγμα από μεστά doom ηχοχρώματα κι έντονα black ηχοτοπία. Η παραγωγή του Spectral Tower, που πιστώνεται αποκλειστικά στην ίδια την μπάντα, ισορροπεί τέλεια ανάμεσα στην ambient βρωμιά και την heavy διαύγεια, αναδεικνύοντας την οργανική υφή του ήχου του.

Τα riffs της κιθάρας, άλλοτε βρίσκονται σε πένθιμο doom ύφος, με ανάγλυφα σε στιγμές funeral στοιχεία κι άλλοτε κινούνται στα depressive σοκάκια του black ήχου, ενώ πάντοτε μαρτυρούν μια εξόχως κολακευτική για το τελικό μουσικό σύνολο, μελαγχολία, την οποία εντείνει με τα leads της, που χαρίζουν post αύρα στο Spectral Tower, τα δυναμικά ντραμς του οποίου, δένουν με τα σωστά χρονικά χτυπήματα τους τις συνθέσεις και συμβάλουν σημαντικά στην σωστή ροή του.

Η πυκνή και σκοτεινή ατμόσφαιρα της μουσικής των Spectral Tower εντείνεται από τα φωνητικά τους, που άλλοτε μοιάζουν με lo-fi αισθητικής black κραυγές κι άλλοτε έχουν την brutal υφή του doom/death ήχου, ενώ η ακραία τους υπόσταση, αναδεικνύει την μελωδική πλευρά της μουσικής τους και ξεγυμνώνει τα ωμά και λιγοστά progressive στοιχεία τους, καταδεικνύοντας συνάμα το πλούσιο μουσικό ταλέντο τους, καθώς επίσης και τον συνθετικό κι εκτελεστικό οίστρο τους.

Οι μολυσμένες μελωδίες του Spectral Tower αποτυπώνονται με μαεστρία και δεξιοτεχνία από τους συνονόματους δημιουργούς του, που πετυχαίνουν στο ντεμπούτο τους να συνδυάσουν με απαράμιλλη επιτυχία απόκοσμα doom ηχοχρώματα με μελαγχολικές black metal πινελιές, υπό το πρίσμα ενός παραμορφωμένου, μα ονειρικού post καλειδοσκοπίου, προσφέροντας μας ένα αγνό heavy άκουσμα, που αιχμαλωτίζει τις αισθήσεις με την απόκοσμη κι ακραία ομορφιά του.

Spectral Tower: Bandcamp / Facebook
 

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Druglord - Enter Venus


Το 2010 στην Βιρτζίνια σχηματίστηκαν οι Druglord, που απαρτίζονται από τη Greta στο μπάσο, τον Bobby στα ντραμς και τον Tommy στην κιθάρα και τα φωνητικά. Τον περασμένο Φλεβάρη τούτη η ανερχόμενη μπάντα κυκλοφόρησε την δεύτερη, μα πρώτη με επίσημα χαρακτηριστικά δουλειά της, υπό τον τίτλο: Enter Venus, η οποία είναι διαθέσιμη, τόσο προς download στο bandcamp τους, όσο και σε φυσικές κόπιες, σε κασέτα και βινύλιο, από την STB Records.

Τα 4 κομμάτια συνολικής διάρκειας 27 λεπτών, που αποτελούν το εθιστικό Enter Venus, μας έρχονται σε παραγωγή του Garrett Moris, γνωστού από την ανάμιξη του στους Windhand κι αυτό αποτελεί μια πολύ καλή ένδειξη για το εκτόπισμα της υπέρ του δέοντος heavy μουσικής του. Ο πυκνός ήχος του υποφαινόμενου ακούσματος είναι εξαιρετικά ογκώδης κι αρκετά βαθύς, μιας κι ακροβατεί με απόλυτη ισορροπία, ανάμεσα στη heavy διαύγεια και την rock βρωμιά.

Η μουσική των Druglord αντλεί την παραισθησιογόνα δυναμική της κυρίως από τα σερνόμενα σε sludge βούρκους riffs της κιθάρας τους, η οποία συντονίζει στο χαμηλό της τέμπο το στιβαρό τους rythm section, ενώ προσφέρει απλόχερα γενναίες δόσεις ψυχεδέλειας με τα μεστά solos της. Το μπάσο γεμίζει με τον όγκο του τον ήχο του Enter Venus κι αναδεικνύει με το οργανικό του βάθος την doom υφή του, που στολίζεται με stoner πινελιές από το groove των ντραμς.

Ο αδάμαστος heavy χαρακτήρας των Druglord διακατέχεται από μια ορμητική doom δυναμική, που παρασέρνει τα πάντα στο δαιμονισμένο και φέρον stoner αιχμές διάβα της, που αποκτά occult διαστάσεις από τα έχοντα άρωμα μαγείας φωνητικά τους, που ερμηνεύουν με περισσή πειθώ τους μυστηριώδεις στίχους του Enter Venus, το οποίο διακρίνεται εκτός όλων των άλλων κι από την ισχνή κι υφέρπουσα punk αισθητική, που διαπερνά το πνιγηρό sludge μοτίβο του.

Οι ιδιαιτέρως heavy μελωδίες των Druglord οφείλουν την διαβολική ομορφιά τους στο περίσσιο ταλέντο τους, καθώς και στην εκπληκτική τους απόδοση, απόρροια της οποίας είναι ο πλούσιος ηχητικός τους χαρακτήρας, ενώ ο εμπνευσμένος συνθετικός τους οίστρος, χαρίζει στο επιεικώς εκπληκτικό Enter Venus την σαγηνευτική sludge αύρα και τα μεθυστικά doom αρώματα, που το καθιστούν καθηλωτικό. Λάτρεις του heavy ήχου σπεύσατε. Προσοχή όμως: είναι άκρως εθιστικό.

Druglord: Bandcamp / Facebook
STB Records: Facebook
 

Κυριακή 23 Μαρτίου 2014

Amouth - Awaken


Δυο χρόνια ζωής θα συμπληρώσουν φέτος οι Ιταλοί Amouth, οι οποίοι κυκλοφόρησαν στα μέσα του περασμένου Φλεβάρη την παρθενική δουλειά τους, την οποία διανέμουν δωρεάν μέσα από το bandcamp τους, ενώ το περί ου ο λόγος, αποτελούμενο από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 36 λεπτών, Awaken, υπάρχει και σε φυσική κόπια και μάλιστα εξόχως όμορφη, μιας κι έρχεται μέσα σε μια φτιαγμένη με περίσσιο μεράκι, χειροποίητη ξύλινη digipack συσκευασία.

Το artwork του Awaken είναι λιτό κι άμεσο, όπως ακριβώς και η μουσική του, η οποία στηρίζεται στον post rock ήχο, δίχως όμως να αρνείται τα έντονα sludge ηχοχρώματα ή τα ambient στοιχεία του, που πλαισιώνουν υπέροχα την μελωδική του υπόσταση και συγχρόνως, αναδεικνύουν με τον πλέον μεστό κι απολαυστικό τρόπο, τα λιγοστά μα ανάγλυφα doom ψήγματα των Amouth, τα οποία καθιστούν το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα εξόχως χορταστικό κι άκρως ενδιαφέρον.

Οι κιθάρες των Danilo και Gabriele σχηματίζουν εντυπωσιακά post rock ηχοτοπία με τα riffs τους και σκαρώνουν ιδιαιτέρως μελωδικά leads, που γαληνεύουν την αγωνιώδη αίσθηση των φωνητικών του τελευταίου, ενώ ο Luca κρατά τα ηχητικά μπόσικα με τα δυναμικά ντραμς του, τα οποία πλαισιώνουν επιτυχώς, τόσο τις δυο κιθάρες, όσο και το εξόχως βαθύ κι ογκώδες μπάσο του Tomasso, το οποίο εντείνει την απόκοσμη ambient αίσθηση των μεστών πλήκτρων του.

Ο παιχνιδιάρικος χαρακτήρας του rythm section των ανερχόμενων Amouth προσδίδει μια ατίθαση rock 'n' roll αύρα στις συνθέσεις τους κι αναδεικνύει έτσι την οργανική τους υφή, ενώ προσφέρει και μια doom αίσθηση άκρως κολακευτική για αυτό, στο τελικό ηχητικό σύνολο, το οποίο ευνοείται σημαντικά από την πολύ καλή παραγωγή του Awaken, που χαρίζει διαύγεια στις πολλές ηχητικές του στρώσεις, αναδεικνύοντας παράλληλα την γαλήνια δυναμική τους.

Δεν είμαι σίγουρος, για το αν το εκπληκτικό Awaken λογίζεται ως full length άλμπουμ ή ως ep, αλλά είμαι βέβαιος, πως θέλω να ακούσω περισσότερα πράγματα από τούτη την ταλαντούχα μπάντα, καθώς η πρώτη τους δουλειά θαρρώ ότι αφήνει πάρα πολλές υποσχέσεις για το μέλλον τους, μιας και δίνει στους Amouth την δική τους μοναδική ταυτότητα, ενώ συγχρόνως ακούγεται τόσο οικείο, που καθιστά το repeat ως τη μοναδική επιλογή μετά από κάθε ακρόαση. Εύγε.

Amouth: Bandcamp / Facebook
 

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

Shattered Hope - Waters Of Lethe


Το 2002 στην Αθήνα σχηματίστηκαν οι Shattered Hope, οι οποίοι κυκλοφόρησαν στο τέλος του περασμένου Φλεβάρη τη δεύτερη full length δουλειά τους με τίτλο: Waters Of Lethe. Ο εν λόγω δίσκος, που κυκλοφορεί από την Solitude Productions, αποτελείται από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 80 λεπτών και πλαισιώνεται από ένα εξαιρετικά μουντό artwork, που ταιριάζει γάντι στην αποπνικτική και γκρίζα ηχητική του ατμόσφαιρα και στους σκοτεινούς στίχους του.

Ο Θάνος κι ο Σάκης δημιουργούν με τις κιθάρες τους, μεγαλειώδη κι αργόσυρτα riffs σε funeral ρυθμούς και σκαρώνουν μελωδικά leads με death αύρα και solos βγαλμένα από metal εφιάλτες, οδηγώντας έτσι τις συνθέσεις του Waters Of Lethe σε ανήλιαγα doom/death σοκάκια, όπου το μπάσο του Θανάση μας πνίγει με τον υπόκωφο όγκο και το αχανές βάθος του, καθιστώντας μας έρμαια των δυνατών ντραμς του Γιώργου, που μας βυθίζουν στα έγκατα της heavy αβύσσου.

Τα groove ψεγάδια από τα κατακλυσμιαία χτυπήματα τους ανεβάζουν σε mid tempo τον ρυθμό του Waters Of Lethe σε στιγμές κι εντείνουν έτσι την αίσθηση απόγνωσης, που διακατέχει τις βορβορώδεις death κραυγές και τα gothic αύρας σχιστά ουρλιαχτά του Νίκου, που αποδίδουν με περίσσια θεατρικότητα τους στίχους, ενώ σημαντική είναι η συμβολή της Ευγενίας, που δεν είναι πια στη μπάντα, η οποία μας χαρίζει με τα πλήκτρα της μελωδίες αβάσταχτης μελαγχολίας.

Η σερνάμενη στα πλέον απόκοσμα στενά του heavy χώρου, μουσική των Shattered Hope, έχει την βάση της στον αρχέγονο doom/death ήχο, όπως τον γνωρίσαμε στα 90's, τον οποίο στο Waters Of Lethe φροντίζουν να διανθίζουν με περίσσια μαεστρία και συνθετική δεξιοτεχνία με έντονα funeral doom στοιχεία, που καθιστούν τα μακροσκελή και χορταστικά κομμάτια τους εξόχως απολαυστικά, ενώ τα ποικίλα κι ακραία ηχοτοπία τους, βοηθούν την ομαλή ροή τους.

Οι ραγδαίως ανερχόμενοι Shattered Hope μοιάζουν έτοιμοι να καθιερωθούν ως μια από τις πιο σημαντικές κι εξελίξιμες συγχρόνως μπάντες του σκληρού heavy ήχου, καθώς το νέο πόνημα τους είναι τόσο καλό, που θεωρώ ότι θα τους ανεβάσει στην κορυφή του funeral doom ήχου και θαρρώ ότι το εκπληκτικό Waters Of Lethe, πολύ δύσκολα θα χάσει το στέμμα της doom/death σκηνής, μιας και οι ακραίες μελωδίες του είναι εθιστικές. Αποθέωση του πένθιμου metal ήχου.

Shattered Hope: Facebook / Official Website
Solitude Productions: Official Website
 

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Minerva Superduty


Το 2011 στην Καλαμάτα σχηματίστηκαν οι Minerva Superduty, οι οποίοι απαρτίζονται από τον Σταύρο στο μπάσο, τους Σπύρο και Γιώργο στις κιθάρες και τον Φίλιππο στα ντραμς. Τούτη η τετραμελής μουσική κολεκτίβα έκανε διαθέσιμη την παρθενική κι ομώνυμη δουλειά της, η οποία αποτελείται από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας 24 λεπτών, στις αρχές του τρέχοντος μήνα και μόνο σε digital μορφή αρχικά στο bandcamp της, όπου διατίθεται σε αντίτιμο της επιλογής μας.

Η πολύ καλή κι αρκούντως διαυγής και δυναμική παραγωγή του Minerva Superduty οφείλεται στην αψεγάδιαστη όπως μαρτυρά το τελικό ηχητικό σύνολο συνεργασία τούτης της ανερχόμενης μπάντας με τον Κώστα από τα Unreal Studios, ενώ το πάρα πολύ όμορφο εξώφυλλο του, το οποίο ταιριάζει υπέροχα με το γκρίζο κι ορμητικό μουσικό του περιεχόμενο, είναι απόρροια του καλλιτεχνικού ταλέντου του Γιώργου Καρβούνη, ο οποίος το επιμελήθηκε με περίσσιο μεράκι.

Ο μουσικός χαρακτήρας των Minerva Superduty χαρακτηρίζεται από έντονα post hardcore ηχοτοπία κι από εκρηκτικά sludge ξεσπάσματα, τα οποία δημιουργούν μια χαοτική experimental ατμόσφαιρα, την οποία φροντίζουν να διανθίσουν με περίσσια μαεστρία και καλά κρυμμένα μα σε στιγμές ανάγλυφα κι εξόχως σημαντικά για την ομαλή ροή του ντεμπούτου τους, progressive στοιχεία, τα οποία προσδίδουν οργανική υφή στην βιομηχανική υπόσταση των κομματιών τους.

Τα εξαιρετικά μουσικά ταλέντα της μπάντας γίνονται εμφανή από την πρώτη κιόλας νότα τους, καθώς επίσης έκδηλη είναι και η τρομερή απόδοση όλων των μελών των Minerva Superduty, που δίνει μια έξτρα ώθηση στις ήδη αγριεμένες κι εκρηκτικές συνθέσεις τους, ενώ ο συνθετικός τους οίστρος αγκαλιάζει σφιχτά την αφιονισμένη έμπνευση τους, προσφέροντας μας έτσι ένα δυνατό κράμα hardcore και sludge πειραματισμών, που αποτελεί ωδή στον ακραίο heavy ήχο.

Εν ολίγοις, τούτη η άκρως ελπιδοφόρα underground μουσική παρέα, μας προσφέρει έναν άκρως απολαυστικό και σκληρό heavy δίσκο, με τον οποίο αφήνει πολλές υποσχέσεις για το λαμπρό όπως όλα δείχνουν μέλλον της, ενώ συγχρόνως καθιστά σαφές, πως παρά το χιούμορ τους, οι σφόδρα ταλαντούχοι Minerva Superduty δεν αστειεύονται καθόλου με την ποιότητα του ήχου τους, τον οποίο κι έχουν φροντίσει λεπτομερώς και με μπόλικο μεράκι. Μπράβο κι εύγε.

Minerva Superduty: Bandcamp / Facebook
 

Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Auric


Σχεδόν τρία χρόνια μετά την δημιουργία τους, οι προερχόμενοι από το Αρκάνσας των Η.Π.Α., Auric, κυκλοφορούν εδώ και λίγες εβδομάδες την παρθενική τους κι ομώνυμη κυκλοφορία, η οποία περιέχει 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας 48 λεπτών. Ο εν λόγω δίσκος διακρίνεται για την καθαρή κι ογκώδη παραγωγή του, που προσδίδει βάθος κι έξτρα δυναμική στις συνθέσεις του, ενώ το λεπτομερές artwork του, ταιριάζει στον σκληρό χαρακτήρα της heavy μουσικής του.

Ο παθιασμένος ήχος των Auric έχει τις βάσεις του στην ακραία doom μουσική, την οποία διανθίζει με μπόλικα sludge στοιχεία κι ανάγλυφα black metal ψήγματα, ενώ σημαντική για τις ηχητικές τους περιπλανήσεις αναδεικνύεται η περιορισμένη σε διάρκεια μα έντονη χρήση post rock ηχοτοπίων, που προσδίδουν μια μελωδική αιχμή στα λιγοστά punk ξεσπάσματα τους, με τα οποία καθιστούν το μουσικά ποικίλο κι ιδιαιτέρως δυναμικό, Auric, εξαιρετικά απολαυστικό.

Οι κιθάρες παράγουν ορμητικά riffs σε sludge ύφος κυρίως και τα στολίζουν με τις γαλήνιες post πινελιές τους, καθώς και με τα χειμαρρώδη black ξεσπάσματα τους, τα οποία είναι απόρροια των καταιγιστικών χτυπημάτων των εκκωφαντικών ντραμς, που με την δυναμική τους αλλάζουν το τέμπο του Auric κατά βούληση, ενώ το μπάσο ακολουθεί πιστά και με περισσή δεξιοτεχνία και μαεστρία, τόσο το φασαριόζικο groove των ντραμς, όσο και τις ατίθασες κιθάρες των Auric.

Τα φωνητικά, που είναι μοιρασμένα ανάμεσα στα τρία από τα τέσσερα μέλη των Auric, βρίθουν θεατρικότητας κι εναλλάσσονται μεταξύ σχιστών black φωνητικών και brutal κραυγών hardcore αισθητικής, ερμηνεύουν στίχους αιχμηρούς, που πραγματεύονται την ανθρώπινη αποτυχία και ξεροκεφαλιά σε σημαντικούς τομείς της ζωής, ενώ τα διάφορα εφέ με τα οποία οι Auric ντύνουν τις περιπετειώδεις συνθέσεις τους, αποτελούν τον κύριο παράγοντα για την εξαιρετική τους ροή.

Είμαι βέβαιος, πως τούτοι οι Αμερικάνοι θα κάνουν αισθητή την παρουσία τους στον ευρύτερο heavy χώρο, καθώς το πρώτο τους πόνημα μας αποκαλύπτει κάτι νέο και πάντα γοητευτικό από τον μυστηριώδη χαρακτήρα του, σε κάθε μα κάθε άκουσμα του. Οι ανερχόμενοι Auric μπορεί να μην πρωτοτυπούν, αλλά πετυχαίνουν να αποκτήσουν την δική τους ηχητική ταυτότητα και να μας χαρίσουν συνάμα έναν μεστό δίσκο, που θαρρώ ότι δύσκολα θα περάσει απαρατήρητος.

Auric: Bandcamp / Facebook


Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Twin Speak


Κάπου στα μέσα του 2012 σχηματίστηκαν οι Twin Speak, οι οποίοι προέρχονται από τη Νέα Υόρκη κι απαρτίζονται από τρεις ταλαντούχους μουσικούς και πιο συγκεκριμένα από τον Ian στα ντραμς, τον Brett και τον Brandon στις κιθάρες. Τούτη η πάρα πολλά υποσχόμενη μπάντα κυκλοφόρησε διαδικτυακά μόνο προς το παρόν την παρθενική κι ομώνυμη δουλειά της πριν από λίγες ημέρες, την οποία μπορείτε να αποκτήσετε ακόμη και δωρεάν από το bandcamp της.

Ο εν λόγω δίσκος, που αποτελείται από 8 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 46 λεπτών, ξεχωρίζει για την μεστή παραγωγή του, που απογειώνει τις συνθέσεις του και διακρίνεται για την οργανική κι αυθόρμητη αύρα τους, η οποία είναι απόρροια της θερμής και γλυκιάς εκδοχής του rock ήχου των Twin Speak, που συνδυάζουν δεξιοτεχνικά και με περίσσια μαεστρία desert ηχοχρώματα με drone πινελιές, ζωγραφίζοντας έτσι αχνά doom ηχοτοπία σε έναν post καμβά.

Η μια κιθάρα λειτουργεί ως βάση της μουσικής των Twin Speak και δημιουργεί άλλοτε χαοτικά drones με αιχμηρές ambient προεκτάσεις κι άλλοτε σκαρώνει υπέρ του δέοντος heavy μελωδίες με μπόλικο fuzz, δίνοντας έτσι τον χώρο στην δεύτερη κιθάρα να κατακτήσει τις αισθήσεις μας με τον περιπετειώδη desert χαρακτήρα της, που ξεχύνεται σαν χείμαρρος μες από τα post rock ξεσπάσματα των δυναμικών ντραμς, τα οποία αναδεικνύουν το americana άρωμα των leads της.

Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό όμως του Twin Speak βρίσκεται στον μελένιο τονισμό όλων των οργάνων, που συμβάλει τα μέγιστα στον γεμάτο, μα όχι μπουκωμένο ήχο του, η μεθυστική αύρα του οποίου είναι αποτέλεσμα των εμπνευσμένων αυτοσχεδιασμών της μπάντας και της ευωδιάζουσας μεράκι κι αυθορμητισμό απόδοσης της, που καθιστά το παρθενικό της άκουσμα ως ένα εξόχως απολαυστικό και χορταστικό ταξίδι στα βάθη της λυρικής heavy περιπέτειας.

Θαρρώ, πως τούτο το σαγηνευτικό άκουσμα είναι ίσως το πλέον μεστό και μαγευτικό άλμπουμ, που άκουσα τους τελευταίους κάμποσους μήνες κι έχω την εντύπωση ότι οι λέξεις δεν αρκούν για να περιγράψουν το ηχητικό μεγαλείο του, καθώς δεν ξέρω αν το υποψιαστήκατε, αλλά σας διαβεβαιώ, πως οι άκρως ελπιδοφόροι Twin Speak, μόλις κυκλοφόρησαν έναν δίσκο, που θα κάψει καρδιές με την απαράμιλλη ομορφιά του, καθώς πρόκειται για αισθαντικό heavy οργασμό.

Twin Speak: Bandcamp / Facebook
 

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Arson Under The Sea - EP


Οι ανερχόμενοι Arson Under The Sea σχηματίστηκαν στο Ούλου της Φινλανδίας το 2012 και πριν από λίγες εβδομάδες κυκλοφόρησαν την παρθενική δουλειά τους, η οποία φέρει τον κατατοπιστικό τίτλο: EP. Η εν λόγω δουλειά αποτελείται από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 28 λεπτών, ενώ ξεχωρίζει για την lo-fi αισθητικής παραγωγή της, καθώς και για την παλαιάς κοπής metal μουσική της, που μαρτυρά με κάθε της νότα την old school νοοτροπία της.

Τα λυσσαλέα riffs των Markus και Tero στις κιθάρες κινούνται σε ένα ωμό βαλτώδες sludge ύφος, που καθιστά μαγευτικά τα λιγοστά μα έντονα leads τους, τα οποία διανθίζουν με doom μιζέρια την απόκοσμη ατμόσφαιρα του EP, η οποία εντείνεται από τα δυνατά ντραμς του Kalle, που προσδίδει groove σε black φόντο στις συνθέσεις του, ενώ το μπάσο του Rami συμβάλει με ψήγματα punk αλητείας σε αυτές κι ο Mikko τις διανθίζει με τα hardcore υφής φωνητικά του.

Ο οργανικός χαρακτήρας των κομματιών του EP γίνεται εύκολα αντιληπτός παρά την σκοπίμως παραμορφωμένη και μπουκωμένη παραγωγή του, καθώς οι Arson Under The Sea πετυχαίνουν να καταστήσουν διαυγή την μουσικότητα των συνθέσεων τους, χωρίς ωστόσο να χαλάσουν το αιχμηρό d-beat ταμπεραμέντο τους, το οποίο ενώνει δεξιοτεχνικά στο sludge υπόβαθρο τους, τα doom ψήγματα και τα έντονα black metal ηχοτοπία τους με τα ισχνά punk ηχοχρώματα τους.

Η χειμαρρώδης μουσική των ταλαντούχων Arson Under The Sea θαρρώ, πως θα προσφέρει περισσή χαρά στους λάτρεις της old school αισθητικής στον ακραίο metal ήχο, μιας και θα τους προσφέρει απολαυστικές στιγμές ηχητικής αδρεναλίνης, ενώ τούτο το εκρηκτικό EP θαρρώ, πως θα αποτελέσει ένα ακατέργαστο διαμάντι της σκληρής heavy μουσικής, το οποίο πολύ δύσκολα θα περάσει απαρατήρητο, μιας και οι δυναμικές συνθέσεις του, στάζουν τσαγανό κι αλητεία.

Arson Under The Sea: Bandcamp / Facebook


Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Into The Wild - Restless


Το 2010 κάπου στην επαρχία της Γερμανίας σχηματίστηκαν οι Into The Wild, που πριν από λίγες εβδομάδες κυκλοφόρησαν την παρθενική full length δουλειά τους, η οποία αποτελείται από 9 κομμάτια συνολικής διάρκειας 35 λεπτών και φέρει τον άκρως ταιριαστό με το ηχητικό της ταμπεραμέντο τίτλο: Restless. Τούτη η ταλαντούχα πενταμελής μπάντα μας προσφέρει με το έχων εκπληκτική παραγωγή, εκρηκτικό ντεμπούτο της, ένα εξόχως χορταστικό heavy άκουσμα.

Η μια κιθάρα δημιουργεί τρελαμένα riffs σε υψηλό τέμπο με αχνές metal αναφορές, ενώ η άλλη σκαρώνει παιχνιδιάρικα leads και σκανταλιάρικα solos, που εντείνουν το ηχητικό τσαγανό του Restless, το οποίο αποτυπώνεται στα γεμάτα γρέζι και πάθος φωνητικά του, που κλέβουν την παράσταση. Το ατίθασο rythm section των Into The Wild με μαεστρία κρατάει τα μπόσικα της περιπετειώδους μουσικής τους, ενώ σε στιγμές αναλαμβάνει με δεξιοτεχνία τα heavy ηνία της.

Ο αδάμαστος χαρακτήρας των ντραμς ξεχειλίζει με το χειμαρρώδες groove την μουσική του Restless και γεμίζει τον ήδη πυκνό ήχο του, ενώ το δυναμικό μπάσο των Into The Wild, που εντείνει τον οργανικό χαρακτήρα των συνθέσεων τους, δένει με τον όγκο και το βάθος του, το τελικό ηχητικό σύνολο κι αναδεικνύει τον φασαριόζικο stoner χαρακτήρα του, που ενισχύεται σημαντικά από τις έντονες blues ατασθαλίες της μπάντας και τα groove metal ψήγματα του.

Με λίγα λόγια, οι άκρως ελπιδοφόροι Into The Wild, που πιάνουν τρομερή απόδοση εδώ, μας προσφέρουν ένα απολαυστικό heavy άκουσμα, το οποίο θαρρώ, πως είναι φτιαγμένο για να ακούγεται δυνατά και κάτι μου λέει ότι η ορμητική ενέργεια του Restless, θα σαρώσει τα rock bars και τα πάρτι και θα τα πνίξει με την stoner αδρεναλίνη του, η οποία ξεχειλίζει fuzz, ενώ το σαρωτικό κι ανάγλυφο groove του, που ευωδιάζει blues πυρίτιδα, το καθιστά συναρπαστικό.

Into The Wild: Bandcamp / Facebook


Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Godhunter - City Of Dust


Το 2009 στο Tucson των Η.Π.Α. σχηματίστηκαν οι ανερχόμενοι Godhunter, οι οποίοι στα τέλη του περασμένου Φλεβάρη κυκλοφόρησαν το αποτελούμενο από 8 κομμάτια συνολικής διάρκειας 49 λεπτών, City Of Dust, που αποτελεί την παρθενική full length δουλειά τους. Ο εν λόγω δίσκος, που στιχουργικά καταπιάνεται με τα κακώς πεπραγμένα της πολιτικής, πλαισιώνεται από ένα φανταστικό artwork και διακρίνεται για την δυναμική και συνάμα μεστή παραγωγή του.

Ο ήχος του City Of Dust είναι εξόχως heavy, μα δεν στερείται διαύγειας κι αυτό βοηθά πολύ στο να αναδειχθούν οι λιγοστές μα έντονες μελωδικές του στιγμές, καθώς το αρκούντως heavy υπόβαθρο του, που αποτελείται από sludge ηχοτοπία διανθισμένα με ανάγλυφα post hardcore ηχοχρώματα, δίνουν τον απαραίτητο χώρο στα ευωδιάζοντα παρακμή ακουστικά τους σημεία να αναπτυχθούν και να αναδείξουν έτσι την αιθέρια μελαγχολία των αγριεμένων συνθέσεων του.

Οι δυο κιθάρες των Godhunter άλλοτε σκαρώνουν δυναμικά riffs σε sludge ύφος κι άλλοτε μας προσφέρουν αρμονικά leads με έντονες stoner αναφορές, δημιουργώντας έτσι το κατάλληλο ηχητικό πλαίσιο για να αναπτυχθεί το θηριώδες rythm section τους, που απαρτίζεται από τα κατακλυσμιαία χτυπήματα των ντραμς, που εντείνουν την groove αίσθηση των συνθέσεων τους κι από το αδάμαστο μπάσο, που γεμίζει με τον όγκο και το βάθος του, το τελικό ηχητικό σύνολο.

Τα φωνητικά των Godhunter είναι ως επί τω πλείστων σε παλιακό hardcore ύφος, εντείνοντας έτσι την αίσθηση χάους στις συνθέσεις τους με την απόκοσμη οργή τους, ενώ η πίκρα κι ο θυμός από τα βιτριολικά samples τους, κατακλύζουν σαν χείμαρρος τα κομμάτια του City Of Dust, τα οποία διακατέχονται από μια αχνή μα μεθυστική συγχρόνως, αίσθηση μελαγχολίας, που ξεπηδά μέσα από το τσέλο και τα πλήκτρα τους, οι ισχνές μελωδίες των οποίων μαρτυρούν, νοσταλγία.

Η καλή απόδοση των Godhunter και το περίσσιο πάθος τους, που διαπερνά όλες ανεξαιρέτως τις συνθέσεις τους, είναι η αιτία στην οποία οφείλεται ο ορμητικός τους χαρακτήρας, καθώς πετυχαίνουν να συνδυάσουν τα εκρηκτικά sludge και τα μελαγχολικά stoner στοιχεία τους μέσα από ένα ευωδιάζον απελπισία post hardcore πρίσμα, το οποίο καθιστά εξόχως απολαυστικό το City Of Dust, που ενδείκνυται για όσες κι όσους ψάχνουν για ακραίο heavy ήχο με ευαισθησίες.

Godhunter: Official Site / Facebook


Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

The Wisdoom - Hypothalamus


Οι ανερχόμενοι και σφόδρα ταλαντούχοι The Wisdoom σχηματίστηκαν το 2010 στην Ρώμη κι απαρτίζονται από τέσσερις εντυπωσιακά καταρτισμένους μουσικούς και πιο συγκεκριμένα από τον Daniele στο μπάσο, τον Luigi στα ντραμς και τους Dario και Francesco, που αμφότεροι χειρίζονται την κιθάρα και τα φωνητικά. Πρόσφατα, τούτη η πάρα πολλά υποσχόμενη μπάντα κυκλοφόρησε μέσω της Heavy Psych Sounds τον πρώτο full length δίσκο της, Hypothalamus.

Ο εν λόγω δίσκος, περιέχει 4 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 44 λεπτών και διακρίνεται για την αψεγάδιαστη παραγωγή του, που είναι απόρροια της πολύ καλής δουλειάς στον τομέα αυτό του Lorenzo Stecconi, που προσδίδει την απαραίτητη δυναμική στις συνθέσεις του, αφού τους προσφέρει την απόλυτη ισορροπία μεταξύ διαύγειας και βάθους, ενώ το Hypothalamus αποτελεί concept δίσκο, μιας και οι The Wisdoom μελετούν βασικές λειτουργίες του εγκεφάλου.

Το υποσυνείδητο υπόβαθρο της ανθρώπινης ανάγκης για ύπνο, καθώς και τον τρόπο, που αυτό δουλεύει στο νου μας, αναλύουν τα απόκοσμα και μακρινά φωνητικά των The Wisdoom, που πλαισιώνουν πολύ καλά την ηχητική ατμόσφαιρα των περιπετειωδών συνθέσεων τους, καθώς εντείνουν το χαοτικό space αίσθημα, το οποίο γεννιέται από τις ψυχεδελικές νότες του hammond και των πλήκτρων του Guglielmo Nodari, που συνεισφέρει στο Hypothalamus τις μελωδίες του.

Η αλληλεπίδραση μεταξύ των εγχόρδων είναι υποδειγματική, καθώς η μια κιθάρα συμπληρώνει την άλλη φανταστικά κι αμφότερες συνεισφέρουν μεγαλειώδη riffs σε doom μοτίβο, αλλά και leads γαλήνια φαινομενικά μα έχοντα μια υφέρπουσα sludge αύρα στην ραχοκοκαλιά τους, η οποία απογειώνει το Hypothalamus. Το μπάσο υποστηρίζει περίφημα τόσο τις 2 κιθάρες, όσο και τα εξόχως δυνατά χτυπήματα των ντραμς, τα οποία ορίζουν κατά βούληση το τέμπο του.

Ο fuzz χαρακτήρας των εγχόρδων των The Wisdoom ενισχύει τον psych χαρακτήρα των υπέρ του δέοντος heavy συνθέσεων τους, ενώ το doom υπόβαθρο τους ενισχύεται πολύ, από τις ουκ ολίγες κι άκρως εμπνευσμένες stoner πινελιές τους, οι οποίες καθιστούν εξόχως απολαυστικό το συναρπαστικό Hypothalamus, που αποτελεί ίσως τον πιο εντυπωσιακό ντεμπούτο δίσκο, του heavy χώρου τα τελευταία χρόνια. Συνοπτικά, πρόκειται περί μιας μαγευτικής heavy πανδαισίας.

The Wisdoom: Official Website / Facebook
Heavy Psych Sounds: Official Website


Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

Conan - Blood Eagle


Η δεύτερη full length δουλειά των σχηματισμένων το 2006 στο Λίβερπουλ, Conan, κυκλοφορεί εδώ και λίγες ημέρες από την Napalm Records και αποτελεί το πιο βαρύ και μεστό άλμπουμ, που έγραψαν ποτέ, καθώς στο τιτλοφορούμενο: Blood Eagle, είναι όλα καμωμένα από φωτιά κι ατσάλι, ενώ το artwork του Tony Roberts, η παραγωγή του Chris Fielding και το mastering του James Plotkin, αποδεικνύουν, πως τίποτα δεν έγινε στην τύχη σε τούτο το θηριώδες άκουσμα.
 
Οι επικοί στίχοι του Blood Eagle αναδεικνύονται από το artwork του, ενώ όσοι δούλεψαν για τον ήχο του, θα πρέπει να αισθάνονται υπερήφανοι για το κατόρθωμα τους να ακούγονται όλα όσο δυνατά, καθαρά, βαριά και μπουκωμένα συγχρόνως, επιδίωκαν οι αιμοσταγείς Conan, καθώς παρά το πιο χαμηλό ever κούρδισμα στα έγχορδα τους, που ξεχειλίζουν fuzz σε κάθε τους νότα και την πυκνή παραμόρφωση, οι συνθέσεις αποκτούν τον μεγαλειώδη ήχο, που τους αρμόζει.
 
Τα 6 κομμάτια διαρκείας περίπου 45 λεπτών, που αποτελούν το ορμητικό Blood Eagle, δίνουν από τα πρώτα κιόλας δευτερόλεπτα του, την έντονη αίσθηση ότι αυτό, που θα ακολουθήσει είναι βγαλμένο από τα έγκατα παλαιολιθικών doom σπηλαίων, ενώ οι μουσικά πρωτόγονοι Conan, συχνά πυκνά μας υπενθυμίζουν με τις δηλητηριώδεις μελωδίες τους, πως τα τερατώδη stoner ηχοτοπία αποκτούν μαγευτική υπόσταση αν συνδυαστούν σωστά με πνιχτά drone ηχοχρώματα.
 
Η κιθάρα παράγει συμπαγή κι αιχμηρά riffs σε stoner ύφος με τρομερό σε μέγεθος κι υπέρβαρο εκτόπισμα και κινείται σε αργόσυρτους λασπωμένους ρυθμούς, ενώ leads και solos λάμπουν δια της απουσίας τους από το Blood Eagle, βοηθώντας έτσι παραδόξως, την πολύ καλή ροή του, που είναι εφάμιλλη με την κίνηση φρέσκιας λάβας στο κατήφορο, όπου το εξόχως heavy μπάσο, προσδίδει βάθος κι όγκο με την αρχέγονη υφή του, στο αποπνικτικό τελικό ηχητικό αποτέλεσμα.
 
Τα κατακλυσμιαία χτυπήματα των δυναμικών ντραμς χαρίζουν μια υποχθόνια αίσθηση groove στο Blood Eagle, το οποίο ενισχύει σημαντικά τα έγχορδα στις αλλαγές του τέμπο, που αρκετές φορές στην διάρκεια του επιχειρούν με περισσή δεξιοτεχνία, ενώ τα φωνητικά των Conan, που είναι μοιρασμένα στον κιθαρίστα και τον μπασίστα τους, αποδίδουν με μπόλικο πάθος ιστορίες βαρβαρότητας σε μυθικά πεδία μαχών, θυμίζοντας έτσι πολεμικές ιαχές εν καιρώ πολιορκίας.
 
Οι ραγδαίως ανερχόμενοι Conan μόλις έβγαλαν έναν από τους πιο heavy κι απολαυστικούς doom δίσκους, που υπήρξαν ποτέ και με αυτόν πέτυχαν να παραμείνουν πιστοί στις ποτισμένες με αναθυμιάσεις θερμού αίματος stoner καταβολές τους, αλλά και να εξελίξουν την χειμαρρώδη μουσική τους ταυτότητα, διανθίζοντάς την με έντονα drone ψήγματα, που καθιστούν το ορμητικό κι εκκωφαντικά ισοπεδωτικό Blood Eagle, ως το απαύγασμα της heavy βαρβαρότητας. All Hail.

Napalm Records: Official Website

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Telepathy - 12 Areas


Στις αρχές του 2011 σχηματίστηκαν οι ανερχόμενοι βρετανοί Telepathy, οι οποίοι πρόκειται να κυκλοφορήσουν μέσω της Devouter Records τον ερχόμενο Μάη τον δίσκο: 12 Areas, που θα αποτελέσει την ντεμπούτο full length δουλειά τους. Το εν λόγω άλμπουμ, περιέχει 7 κομμάτια συνολικής διάκρειας περίπου 35 λεπτών και ξεχωρίζει για το εκπληκτικό artwork του Alex CF, που το πλαισιώνει και για την εξαιρετική του παραγωγή, που οφείλεται στον James Plotkin.

Αμφότεροι γνωστοί για τις τρομερές συνεργασίες τους με μπάντες του ακραίου post και sludge ήχου, χάρισαν λίγο από το ταλέντο τους στο 12 Areas, που αποτελεί ένα ιδιαιτέρως δυναμικό κράμα sludge και progressive ηχοτοπίων, υπό το πρίσμα ενός post καλειδοσκοπίου. Η διαύγεια στον ήχο του δίσκου, ευνοεί τις περιπετειώδεις συνθέσεις των Telepathy και τους προσδίδει μια αιχμηρή αίσθηση, που αναδεικνύει τον συνθετικό οίστρο τους και το περίσσιο ταλέντο τους.

Ορμητικά riffs από την κιθάρα σε sludge ύφος ξεχύνονται σαν χείμμαρος στο 12 Areas, ενώ τα leads από το ίδιο έγχορδο, φέρουν μια ονειρική μα έχουσα εφτιαλτικές προεκτάσεις όμως post αύρα, που εντείνουν την αγριεμένη διάθεση των ντραμς κι απογειώνουν το groove των δυνατών χτυπημάτων τους. Το μπάσο συντροφεύει αμφότερα με τυφλή υπακοή στο μουσικό μοτίβο των Telepathy, ενώ η πλήρης απουσία φωνητικών, αναδεικνύει την αψεγάδιαστη ροή του δίσκου.

Έξυπνη είναι η χρήση των πλήκτρων, που γίνεται με το σταγονόμετρο σε τούτη την ηχητική παλίρροια, καθώς καμουφλάρει εξαίσια τα λιγοστά μα έντονα καθαρόαιμα metal στοιχεία των Telepathy, τα οποία λειτουργούν ευεργετικά για την εξέλιξη του post ορυμαγδού, που λαμβάνει χώρα στο ισοπεδωτικό sludge του 12 Areas, το οποίο διακρίνεται για τα ανάγλυφα και δωσμένα με μπόλικο συναίσθημα progressive ηχοτοπία του, που καθιστούν τούτο το άκουσμα, φοβερό.

Αρκετός καιρός πέρασε από όταν άκουσα για τελευταία φορά έναν extreme δίσκο post rock ύφους, ο ήχος του οποίου να φέρνει στο μυαλό εικόνες από ένα ερειπωμένο βιομηχανικό τοπίο και ουχί την μυρωδιά πλαστικού, που είναι κάτι το σύνηθες στα ατμοσφαιρικά sludge ακούσματα τον τελευταίο καιρό, οπότε αυτό αποτελεί έναν ακόμη πολύ καλό λόγο για να ακούσετε το άκρως απολαυστικό 12 Areas των ελπιδοφόρων Telepathy, που θαρρώ, πως θα κλέψει καρδιές.

Telepathy: Facebook
Devouter Records: Official Website


Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

The Wounded Kings - Consolamentum


Νέος δίσκος για τους σχηματισμένους το 2005 στην Αγγλία, The Wounded Kings, ο οποίος κυκλοφόρησε από την Candlelight Records στα τέλη του περασμένου Φλεβάρη υπό τον τίτλο: Consolamentum. Ο εν λόγω δίσκος αποτελεί την πέμπτη δουλειά της μπάντας και τέταρτη με full length μορφή κι αποτελείται από 7 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 48 λεπτών, ενώ η αψεγάδιαστη παραγωγή του, οφείλεται στον χρόνιο συνεργάτη της μπάντας, Chris Fielding.

Η μουσική παρέα του Steve Mills, που σε τούτο το άκουσμα χειρίζεται με δεξιοτεχνία την κιθάρα, το hammond και τα πλήκτρα, η οποία αποτελείται από τον Mike Heath στα ντραμς, τον Alex Kearney στην κιθάρα και την Sharie Neyland στα φωνητικά, απέκτησε ένα νέο μέλος σε σχέση με τον προ τριετίας δίσκο της, τον ταλαντούχο Al Eliadis στο μπάσο, που δείχνει να ταιριάζει απόλυτα και δίχως δυσκολία προσαρμογής, στο μουντό κι απόκοσμο doom ύφος της.

Δεν έχουν αλλάξει και πολύ τα πράγματα στον μουσικό κόσμο των The Wounded Kings, που συνεχίζουν με το Consolamentum να μας προσφέρουν ανίερες doom μελωδίες με occult αύρα, οι οποίες κινούνται σε σχεδόν funeral τέμπο, το οποίο απογειώνει την παραδοσιακή doom δομή τους. Οι κιθάρες σκαρώνουν αργόσυρτα riffs βγαλμένα μέσα από τα έγκατα του heavy χώρου και διανθίζουν την τραχιά ραχοκοκαλιά τους με ψυχεδελικά leads, που γοητεύουν τις αισθήσεις.

Ο περιορισμένος χρόνος των πλήκτρων και του hammond λειτουργεί ευεργετικά για την ροή του Consolamentum, που είναι εφάμιλλη με τα δηλητηριώδη νερά ενός υπόγειου και τοξικού ποταμού, ενώ το σφιχτό rythm section στηρίζεται στο μεστό μπάσο των The Wounded Kings, που πλαισιώνει υπέροχα τα σχεδόν κατακλυσμιαία χτυπήματα των ντραμς, τα οποία χαρίζουν απλόχερα groove μαγεία στο επηρεασμένο από horror θεματικές, τελικό ηχητικό αποτέλεσμα.

Αυτό όμως, που καθιστά μαγευτικό το Consolamentum είναι τα φωνητικά, τα οποία ξεχωρίζουν για τη περίσσια θεατρικότητα τους και για την πειστικότητα στην ερμηνεία των occult στίχων των The Wounded Kings, που φέρνει στο μυαλό κύκνειο άσμα κάποιας μάγισσας προ της πυράς, η οποία καταριέται με απύθμενο μίσος τους δικαστές της, σαγηνεύοντας τους όλους σαν άλλη Σειρήνα με την αισθαντική μα συνάμα κι άκρως ψυχρή ερμηνεία της, που παραλύει το μυαλό.

Το νέο πόνημα των The Wounded Kings, το οποίο ηχογραφήθηκε ζωντανά στο στούντιο, θαρρώ, πως αποτελεί την πλέον μεστή κυκλοφορία τους, καθώς αποδεικνύει την αγνή αγάπη τους για το ανόθευτο doom κι αναδεικνύει τα μουσικά ταλέντα των δημιουργών της με εύγλωττο τρόπο, ενώ το υπνωτικό Consolamentum είμαι σίγουρος, πως θα γοητεύσει τους απανταχού λάτρεις του ανίερου παραδοσιακού doom metal με την λάγνα ομορφιά του. Γλυκό σαν αμαρτία.

The Wounded Kings: Facebook
Candlelight Records: Official Website


Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Sun Worship - Elder Giants


Από το Βερολίνο προέρχονται οι γεννημένοι το 2010 κι ανερχόμενοι Sun Worship, οι οποίοι κυκλοφορούν τούτες τις μέρες την παρθενική full length δουλειά τους, την οποία διαθέτουν για download σε αντίτιμο της αρεσκείας μας, μέσα από την σελίδα τους στο bandcamp. Ο εν λόγω δίσκος φέρει τον τίτλο: Elder Giants κι αποτελείται από 4 κομμάτια συνολικής διάρκειας 37 λεπτών, ενώ συνοδεύεται από ένα λεπτομερές artwork, που κολακεύει την ωμή μουσική του.

Ο ακατέργαστος ήχος των Sun Worship έχει τις ρίζες του χωμένες βαθιά στο black metal και τα νύχια του γαντζωμένα σε σκοτεινά noise ηχοτοπία, τα οποία στο ντεμπούτο τους, Elder Giants, διανθίζονται από drone ηχοχρώματα κι αχνές ambient πινελιές, που καθιστούν την αποπνικτική ατμόσφαιρα του, σχεδόν αβάσταχτη. Οι εναλλαγές στο τέμπο εντείνουν την depressive αύρα του ήχου τους κι αναδεικνύουν υπέροχα την παραμορφωμένη κι αρκούντως heavy υπόσταση του.

Η παραγωγή του δίσκου είναι υποδειγματική, καθώς επιτρέπει σε όλα τα όργανα να ακουστούν όπως τους αρμόζει, ενώ προσδίδει μια αίσθηση πνιγμού στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, που γοητεύει σφόδρα τις δαιδαλώδεις συνθέσεις του Elder Giants. Οι στίχοι των Sun Worship διακατέχονται από μια μυστηριώδη αισθητική τελετουργίας, που ταιριάζει γάντι στην αιχμηρή τοξική μελαγχολία, που δημιουργούν οι λιγοστές μα ιδιαιτέρως έντονες, drone μελωδίες τους.

Το μπάσο έχει ήχο βαθύ και μοιάζει να προέρχεται από τα έγκατα των black σπηλαίων, όμως υποστηρίζει περίφημα τα δυνατά ντραμς, που σε στιγμές ξεφεύγουν σε ελεγχόμενα blast beats χτυπήματα, ενώ η προσεκτική χρήση των πλήκτρων από τους Sun Worship, δυναμώνει το αίσθημα χαμού, που δημιουργεί η κιθάρα με τα εφιαλτικά της riffs, τα οποία πλαισιώνουν τα σχιστά ουρλιαχτά στο μοναχικό τους ταξίδι στα ερειπωμένα black σοκάκια του Elder Giants.

Από την ηχητική άβυσσο ξεπηδούν οι νότες συναισθηματικού ολέθρου, που αποτελούν το black διαμάντι με τίτλο: Elder Giants, μιας και συνδυάζουν άψογα noise και drone πινελιές με ονειρικά ambient ηχοχρώματα, με τα οποία ντύνουν το αγνό κι ανόθευτο black metal υπόβαθρο, πάνω στο οποίο ξεδιπλώνονται με περίσσια μαεστρία από τους Sun Worship, που έχουν δεξιοτεχνικά χαρίσει οργανική υφή στην αποθέωση της ολέθριας ομορφιάς. Θεσπέσιο black κομψοτέχνημα.

Sun Worship: Bandcamp / Facebook


Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Mope


Από την Γένοβα της Ιταλίας προέρχονται οι σχηματισμένοι το 2011 κι ανερχόμενοι Mope, οι οποίοι απαρτίζονται από τους Stefano στο μπάσο, Fabio στα ντραμς, Sara στο σαξόφωνο και Jessica στην κιθάρα. Τούτη η ταλαντούχα μπάντα επιχειρεί αυτές τις ημέρες δυναμικό μπάσιμο στον heavy χώρο, καθώς κυκλοφορεί μέσω της Taxi Driver Records την παρθενική κι ομώνυμη δουλειά της, που αποτελείται από μόλις 3 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 30 λεπτών.
 
Η καθαρά instrumental μουσική των Mope δεν φέρει ίχνος φωνητικών ή samples και διακρίνεται για την πειραματική και σχεδόν avant-garde αισθητική της, που ταξιδεύει τις αισθήσεις σε heavy ηχοτοπία απόκοσμης ομορφιάς, ενώ απογειώνεται από την διαύγεια της μεστής παραγωγής του Mope, που προσδίδει την απαραίτητη δυναμική στα κομμάτια κι αναδεικνύει συνάμα τον οίστρο, την εκτελεστική δεινότητα και την αψεγάδιαστη απόδοση και των τεσσάρων μελών των Mope.
 
Κιθάρα και μπάσο οδηγούν από κοινού τις περιπετειώδεις συνθέσεις των Mope σε ζοφερά και μινιμαλιστικά doom ηχοτοπία, τα οποία ενισχύονται από το απύθμενο και συνήθως σε drone μοτίβο, groove των ντραμς, που τα σπρώχνει σε avant-garde στενά, εκεί όπου το σαγηνευτικό σαξόφωνο μαγεύει τις αισθήσεις με τις εύθραυστες κι αιθέριες μελωδίες του, που αποτελούνται από ονειρικές νότες, με χαραγμένη μια σχεδόν ανεπαίσθητη jazz αύρα στην ραχοκοκαλιά τους.
 
Οι αχνές stoner πινελιές των εγχόρδων προσδίδουν μια έξτρα δόση ποικιλίας στον ήδη πλούσιο, αν και λάτρη της απλότητας ήχο των Mope, ο οποίος είναι πλασμένος με τέτοιο τρόπο, ώστε να μαγέψει και να καθηλώσει με την τυλιγμένη σε αόρατο post πέπλο, heavy υπόσταση του, τόσο τους λάτρεις της ωμής κι ατμοσφαιρικής doom μουσικής, όσο και τους λάτρεις του experimental drone ήχου, καθώς παρά την παραμόρφωση, οι Mope διατηρούν τον οργανικό τους χαρακτήρα.
 
Δεν λείπει όμως από το Mope ούτε και η ψυχεδέλεια, παρόλο, που είναι πολύ καλά κρυμμένη στα σωθικά του, η οποία δένει με φανταστικό τρόπο τα μπόλικα κι έντονα ηχοχρώματα, που με περίσσια μαεστρία συνδυάζουν οι Mope, αποκτώντας έτσι την μοναδική ηχητική τους ταυτότητα και προσφέροντας μας παράλληλα ένα απολαυστικό άκουσμα με πολλές ηχητικές πτυχές, που θαρρώ, πως η ταξιδιάρικη αύρα νοσταλγίας του, δεν θα αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. Γοητευτικό.

Mope: Facebook
Taxi Driver Records: Official Website
 

Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

Hiidenhauta - Noitia On Minun Sukuni


Οι απαρτιζόμενοι από 6 ταλαντούχους μουσικούς, Hiidenhauta, σχηματίστηκαν κάπου στις αρχές του 2012 και προέρχονται από την Φινλανδία, ενώ πρόκειται να κυκλοφορήσουν προς τα τέλη του τρέχοντος μήνα μέσω της επίσης σκανδιναβικής Inverse Records, την τρίτη συνολικά, μα παρθενική full length δουλειά τους, που θα αποτελείται από 8 κομμάτια συνολικής διάρκειας 41 λεπτών και θα φέρει τον ταιριαστό με τους στίχους της, τίτλο: Noitia On Minun Sukuni.
 
Βίκινγκ μυθολογία, περιβαλλοντικά ζητήματα και λαογραφία αποτελούν της κύριες στιχουργικές πηγές των Hiidenhauta, που χρησιμοποιούν μια αρχαία διάλεκτο, ενώ η μουσική τους ταιριάζει γάντι στο πρωτόγονο συμφωνικό black metal όπως το γνωρίσαμε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του '90, το οποίο στο Noitia On Minum Sukuni απογειώνεται από την δυναμική κι αψεγάδιαστη παραγωγή, καθώς κι από τις goth και folk αναφορές της ίδιας ηχητικής εποχής.
 
Η τραχιά κιθάρα σκαρώνει riffs σε αγνό black μοτίβο, το οποίο διανθίζεται από τα εξίσου αιχμηρά με αυτήν χτυπήματα των ακραίων ντραμς, καθώς κι από το μεστό μπάσο, που γεμίζει επιτυχώς τον σκληρό ήχο των Hiidenhauta, ενώ τα αιθέρια πλήκτρα ντύνουν όμορφα την παγερή ηχητική τους ατμόσφαιρα, στην οποία προσδίδουν μια σαγηνευτική folk αύρα, που αναδεικνύεται από τα gothic αισθητικής, γυναικεία φωνητικά, τα οποία εναλλάσσονται με ανδρικά brutal ουρλιαχτά.
 
Γρήγορο κι αργό τέμπο εναλλάσσονται στο παγανιστικής αύρας, Noitia On Minum Sukuni, το οποίο αναδεικνύει με τον πλέον εμπνευσμένο τρόπο τις μουσικές ικανότητες των δημιουργών του, καθώς οι δυναμικές του συνθέσεις, συνδυάζουν εντυπωσιακά folk στοιχεία με μαγευτικά goth rock ηχοτοπία πάνω σε ένα ανάγλυφο κλασσικό black metal μοτίβο, που οι Hiidenhauta έχουν φροντίσει να του προσδώσουν περίσσια φρεσκάδα, καθιστώντας το έτσι, απολαυστικό.
 
Το μουσικό ύφος των Hiidenhauta ξεφεύγει από τα τετριμμένα του είδους στο οποίο κινούνται και ακολουθεί το δικό του μοναδικό μονοπάτι χαρίζοντας έτσι στην μπάντα την δική της ηχητική ταυτότητα μέσω του εκπληκτικού Noitia On Minum Sukuni, το οποίο αποτελεί ένα εξαιρετικό ντεμπούτο δίσκο, που αυξάνει κατακόρυφα τις απαιτήσεις για το μέλλον των δημιουργών του και συνάμα τους προσφέρει την απαραίτητη ώθηση για να ξεχωρίσουν στο black κόσμο. Εξαίσιο.

Hiidenhauta: Facebook
Inverse Records: Official Website

 

Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Tunes In Fumes Vol. III


Τα τρίτα της γενέθλια γιορτάζει η Phantasmagoria και με αυτήν την αφορμή κυκλοφόρησε την τρίτη της συλλογή, που αποτελείται από 12 κομμάτια συνολικής διάρκειας 83 λεπτών περίπου και φέρει τον τίτλο: Tunes In Fumes Vol. III, η οποία προσφέρεται για δωρεάν download μέσα από την σελίδα της στο bandcamp, όπως ακριβώς κι οι 2 προηγούμενες digital συλλογές της.

Φυσικά, όλα αυτά δεν θα ήταν εφικτά χωρίς την δική σας παρουσία και χωρίς τις τόσες πολλές κι εξόχως ταλαντούχες heavy μπάντες, που μας χαρίζουν μαγικές στιγμές με τις εθιστικές μελωδίες τους, οπότε ένα τεράστιο ευχαριστώ μέσω αυτής της χορταστικής, θέλω να πιστεύω, συλλογής, είναι το ελάχιστο. Ελπίζω και τούτη τη χρονιά να απολαύσουμε παρέα εξίσου όμορφες μουσικές.

Stream & Free Download: Bandcamp